Η ανάδειξη, των δυνατοτήτων, και των προβλημάτων, που διέπουν ατομικά, ομαδικά, χωροταξικά και λειτουργικά τα μέλη των κοινωνιών, και οι επιθυμίες αυτών, είναι ο αποκλειστικός σκοπός ύπαρξης των αντιπροσώπων μιας κοινωνίας. Οι αντιπρόσωποι αυτοί έχουν υποχρέωση να τα καταγράφουν, να τα αναλύουν και στο σύνολό τους να τα διοχετεύουν αυθεντικά εις τις κεντρικές επιτροπές του πολιτικού κόμματος, που ανήκουν, για νομοθεσία ή στις αρμόδιες επιτροπές της Εκτελεστικής Αρχής για επεξεργασία με κοινά παρεμφερή θέματα.
Η συνεχής αυτή εργασία των εκλεγμένων αντιπροσώπων και των εκλεγμένων οργάνων του κάθε πολιτικού κόμματος, προϋποθέτει συνεχή επαφή και λεπτομερή και αυθεντική γνώση της λειτουργίας συνολικά της κοινωνίας στη καθημερινότητά της. Παράλληλα, όταν έχουμε αμερόληπτη πληροφόρηση, συλλεγμένη από διαφορετικά πολιτικά κόμματα και άλλους φορείς, ελπίζει η κοινωνία να έχει αντικειμενική και εξειδικευμένη νομοθέτηση.
Τα παραπάνω αποτελούν τις θεμελιώδεις λειτουργικές αρχές ενός αντιπροσωπευτικού δημοκρατικού πολιτεύματος. Για να λειτουργούν οι παραπάνω αρχές, το ίδιο το σύστημα οφείλει να έχει ποικιλία φορέων με θεσμική συμμετοχή για περισσότερη και διαφορετική πληροφόρηση και περισυλλογή πολλών σκέψεων και προτάσεων. Οι δε αντιπρόσωποι, οι οποίοι τελικά αποφασίζουν, πρέπει να είναι προσωπικά γνώστες των λειτουργικών λεπτομερειών και νοοτροπίας της κοινωνίας.
Η επιτυχία και το δίκαιο μιας απόφασης στηρίζεται πρωταρχικά στην ολοκληρωμένη και αυθεντική πληροφόρηση. Οι αντιπρόσωποι, αν δεν γνωρίζουν τα θέματα της κοινωνίας , τα πληροφορούνται αποκλειστικά και ανεπίσημα συνήθως από άτομα, τα οποία και εντεταλμένα μπορεί να μην είναι και για σκοπιμότητες μπορεί να διαστρεβλώνουν την αλήθεια.
Για τους παραπάνω λόγους, που καθημερινά συμβαίνουν, το δημοκρατικό πραγματικό πολίτευμα πρέπει να ακούει με σεβασμό άμεσα και πολύπλευρα τον λαό.
ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΔΙΑΡΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥΣ
Σε μια ολοκληρωμένη δημοκρατία, η κοινωνία εκτός της εκλογής αντιπροσώπων, οργανώνεται θεσμικά και συμμετέχει καθημερινά χωρίς να υποκαθιστά ή να δυσκολεύει την λειτουργία και αποτελεσματικότητα των πολιτικών αντιπροσώπων, αλλά ολοκληρώνοντας το έργο τους. Έτσι πέραν από τα πολιτειακά κόμματα, λειτουργούν θεσμικά δύο εκλεγμένα Σώματα:
1) Η «Δημογεροντία» του Κράτους, στην οποία συμμετέχουν ενεργοί συνταξιούχοι , κάτοχοι εμπειριών, τεχνογνωσίας και σοφίας μιας ζωής και εκλεγμένοι μεταξύ τους με απλές και αντικειμενικές διαδικασίες, συγχρόνως με τις πολιτικές εκλογές,θα συγκροτηθούν σε ένα συμβουλευτικό θεσμικό Σώμα, την λειτουργία του οποίου θα αναλύσουμε σε άλλο άρθρο.
2) Η «Εκκλησία των Εθελοντών» του Κράτους, που προέρχεται από εθελοντές πολίτες, οι οποίοι αφιλοκερδώς και ανιδιοτελώς, μέσω μη επαγγελματικών συλλόγων, προσφέρουν κοινωνικές υπηρεσίες. Αυτοί οι κοινωνικοποιημένοι εθελοντικά πολίτες, με απλές εκλογικές διαδικασίες μέσω των συλλόγων τους, εκλέγουν και το θεσμικό συμβουλευτικό σώμα της «Εκκλησίας των Εθελοντών» του Κράτους, την λειτουργία του οποίου θα αναλύσουμε σε άλλο άρθρο.
Τα παραπάνω συμβουλευτικά Σώματα εξυπηρετούνται από αρμόδιες γραμματείες και υποβάλλουν προτάσεις στους Κοινοβουλευτικούς αντιπροσώπους και στην Εκτελεστική αρχή, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να απαντήσουν σύντομα και αιτιολογημένα.
Κοινή συνεδρία της «Δημογεροντίας» και της «Εκκλησίας των Εθελοντών» αποτελεί το Σώμα της «Γερουσίας» του Κράτους, η οποία μπορεί να αναπέμπει σχέδια νόμου ή Νόμους, αιτιολογημένα προς επανέγκρισή τους από την απόλυτη πλειοψηφία της Νομοθετικής Βουλής.
Εκτός των παραπάνω Σωμάτων , τα ίδια τα πολιτικά κόμματα ως βασικοί θεσμικοί φορείς, επιβάλλεται να καταστούν οι ναοί των δημοκρατικών διαδικασιών και να λειτουργούν με ακατάλυτους δημοκρατικούς θεσμούς, στους οποίους οι πολίτες ανεπηρέαστα θα προτείνουν και θα εκλέγουν τους αντιπροσώπους τους. Αυτοί οι θεσμοί μπορεί ενδεικτικά να είναι:
1) Οι υποψήφιοι αντιπρόσωποι δεν περιορίζονται αριθμητικά και υποδεικνύονται από το 5% των ψήφων των μελών ενός κόμματος, σε προκριματικές εκλογές.
2) Το 33% των μελών όλων των κομμάτων της Νομοθετικής βουλής μπορεί να στερήσει το δικαίωμα συμμετοχής ενός υποψηφίου.
3) Τα μέλη των κομμάτων μπορούν να προτείνουν τρεις υποψήφιους, αλλά υποχρεωτικά ψηφίζουν τέσσερις, στις προκριματικές εκλογές.
4) Εκλεγμένοι βουλευτές αποπέμπονται, εάν συνυπογράψουν από την περιφέρειά τους διπλάσιος αριθμός πολιτών από τον αριθμό ψήφων που έλαβαν.
5) Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν 8ετή πραγματική προϋπηρεσία στο επάγγελμά τους και να μην έχουν καταδικασθεί ή εκκρεμούν δίκες για βαριά πλημμελήματα ή κακουργήματά τους.
6) Οι υποψήφιοι καταθέτουν σε αρμόδια επιτροπή το βιογραφικό και όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία εμφανή ή αφανή ως και των προσώπων α’ βαθμού συγγένειας, οι οποίοι δεν μπορεί να είναι μέλη Κρατικών Επιχειρήσεων ή Κρατικής εμβέλειας ΜΜΕ.
Τα παραπάνω ενδεικτικά προαπαιτούμενα πρέπει να είναι θεσμικά καταχωρημένα σε μια νέα καινοτόμα ουσιαστική Δημοκρατία, το σύνολο λειτουργίας της οποίας θα αναλυθεί σε ειδικά άρθρα ως και η ανεξάρτητη και παράλληλα λειτουργούσα Εκτελεστική Αρχή.
ΔΙΑΛΟΓΟΙ : ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ ΚΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΗ
Ερώτηση: Υπάρχει περίπτωση να γίνουν αυτά που υπόσχεται προεκλογικά ένας υποψήφιος πολιτικός, εάν εκλεγεί;
Απάντηση: Ένας υποψήφιος πολιτικός, θέλοντας να εκλεγεί προσπαθεί να κερδίσει τις ψήφους που χρειάζεται και περισσότερους, συγκριτικά με άλλους υποψηφίους. Ο τρόπος να κερδίσει ψήφους, όπως συνήθως έχει καθιερωθεί, είναι να πείσει τους πολίτες, ότι θα είναι χρησιμότερος από άλλους υποψηφίους ή θα είναι χρησιμότερο και το πολιτικό κόμμα στο οποίο ανήκει. Έτσι υποχρεούται να αναπτύξει σε γενικότητες, πώς θα διαχειριστεί στο μέλλον τα θέματα της κοινωνίας και να υποσχεθεί βοήθεια και συμπαράσταση σε άτομα και ομάδες πολιτών. Οι υποσχέσεις μπορεί να είναι ειλικρινείς. Το πρόγραμμα μπορεί να είναι στόχος ή ευχές.
Μετά την εκλογή τους οι πολιτικοί προσπαθούν να επιτύχουν μερικές από τις υποσχέσεις ή να εφαρμόσουν το πρόγραμμά τους. Παράλληλα δέχονται επιρροές να υλοποιηθούν και προγράμματα, που δεν υποσχέθηκαν ή που δεν ήθελαν να γίνουν και έτσι το αποτέλεσμα συνήθως δεν έχει σχέση με τις υποσχέσεις. Βέβαια, θα πρέπει να αναφέρουμε και περιπτώσεις, όπου υποσχέσεις και προγράμματα για θέματα μεγάλης αποδοχής από τους πολίτες προβάλλονται έντονα εν γνώσει των υποψήφιων πολιτικών, ότι δεν είναι δυνατόν να υλοποιηθούν.
Όλα τα παραπάνω γίνονται, ως ένας καθιερωμένος τρόπος λειτουργίας και οι πολίτες έχουν συνηθίσει σε αυτές τις πραγματικότητες, ενώ παράλληλα δεν τους έχει προταθεί ένα εναλλακτικό σύστημα λειτουργίας της Δημοκρατίας, το οποίο θα ολοκληρώνει την Δημοκρατική Λειτουργία και θα ελαχιστοποιεί τη δυνατότητα παραπλάνησης των πολιτών. Θα πρέπει να αναφέρουμε, ότι οι λειτουργίες των κοινωνιών γίνονται όλο και πιο περίπλοκες με την οικονομία ή και την τεχνολογική κυριαρχία πάνω στις κοινωνίες και με την διεθνοποίηση των κοινωνιών.
Μέσα λοιπόν σε μία πολύ χαλαρή λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών και την ανέξοδη και πολλές φορές αμελή, ανεύθυνη και ατιμώρητη διαχείριση αυτών από τους πολιτικούς αντιπροσώπους, οι τεχνοκρατικές δυνάμεις της οικονομίας και της τεχνολογίας κυριαρχούν και οι πολιτικοί αντιπρόσωποι παρά τις υποσχέσεις και τα προγράμματά τους, παρά τις θριαμβολογίες όταν επιτυγχάνουν κάτι μερικά στοχευμένο, τελικά και οι ίδιοι οι αντιπρόσωποι και όλο το σύνολο της κοινωνίας υπακούουν διαχρονικά σε αυτά που σχεδιάζουν οι τεχνοκρατικές δυνάμεις της οικονομίας και της τεχνολογίας.
Ερώτηση: Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι η οικονομία και μάλιστα το Παγκόσμιο Χρηματοδοτικό σύστημα και η Τεχνολογία, και μάλιστα η ψηφιακή (κλπ), έχουν αλλάξει όχι μόνο τη ζωή μας, με θετικές και αρνητικές νέες συνήθειες, αλλά έχουν τροποποιήσει αισθητά και τον τρόπο λειτουργίας των κοινωνιών. Αυτό σημαίνει, ότι πρέπει οι κοινωνίες να δημιουργήσουν και να εφαρμόσουν ένα νέο κοινωνικό σύστημα, το οποίο θα δίνει την δυνατότητα στον λαό να ελέγχει την Οικονομία και την Τεχνολογία;
Απάντηση: Δεν υπάρχει περίπτωση να σκεφτούμε, ούτε βέβαια να συζητήσουμε, κάτι διαφορετικό από την Δημοκρατία. Θα πρέπει όμως να αντιλαμβανόμαστε τι είναι αυτή η Δημοκρατία και σίγουρα δεν είναι ένα συγκεκριμένο πολιτικό σύστημα, και γι αυτό άλλωστε και εφαρμόζεται με διαφορετικούς τρόπους και μορφές. Η Δημοκρατία λοιπόν, (θα) μπορούμε να πούμε ότι είναι ένας τρόπος ζωής, τον οποίο όχι μόνο θέλουμε, αλλά και αγαπούμε. Η Δημοκρατία πρέπει να αγαπιέται. Και η αγάπη δεν δωρίζεται, δεν κατοχυρώνεται, αλλά κερδίζεται με την καθημερινή συμπεριφορά. Αυτή η καθημερινή συμπεριφορά είναι η κοινή συμπεριφορά όλου ή της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού και αυτή πρέπει να εκφράζει το είδος του λειτουργικού συστήματος της Δημοκρατίας. Και η συμπεριφορά αυτή πρέπει να διέπει, όχι μόνο τον τρόπο λειτουργίας της Δημοκρατίας, αλλά και να περιβάλλει όλους τους Νόμους και Θεσμούς και να εμπεριέχεται στον πυρήνα της κάθε Διοικητικής απόφασης.
Η κοινή συμπεριφορά του λαού μεταβάλλεται στην πορεία των ετών, είναι διαφορετική από κοινωνία σε κοινωνία και επηρεάζεται από εξωτερικούς παράγοντες. Καθημερινά οι πολίτες συντεταγμένα πρέπει να είναι παρόντες σε κάθε θέμα της κοινωνίας για να δίνουν στήριξη στους πολιτικούς αντιπροσώπους τους και παράλληλα να τους αποτρέπουν από αδικαιολόγητες και βλαβερές για την κοινωνία πράξεις, μοιραζόμενοι μαζί τους πολλές ευθύνες και μάλιστα για πράξεις για τις οποίες δεν τους έχει εξουσιοδοτήσει ο λαός σύμφωνα με τις προεκλογικές δεσμεύσεις.
Ερώτηση: Θα ήθελα όμως και εγώ με την σειρά μου να σε ρωτήσω πώς κρίνεις τον πολίτη; Έχει συνειδητοποιήσει, ότι το ατομικό του όφελος, το οποίο εστιάζεται κυρίως εις τα ατομικά του εισοδήματα, θα μπορούσε να ήταν πολύ μεγαλύτερο, εάν ο πολίτης είχε περισσότερο ενδιαφέρον, συμμετοχή και παρεμβάσεις στον τρόπο λειτουργίας της κοινωνίας που ζει και δραστηριοποιείται;
Απάντηση: Όταν μια κοινωνία λειτουργεί με ένα δημοκρατικό πολίτευμα κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα και τον τρόπο να αναφέρει τις σκέψεις, τις προτάσεις και τα προβλήματα, που αφορούν αυτόν ή και μια ομάδα πολιτών, στα άτομα που έχουν εκλεγεί ή στα άτομα που έχουν ορισθεί υπεύθυνα για κάθε τομέα. Με τον τρόπο αυτό τα αρμόδια αυτά άτομα καθίστανται υπεύθυνοι να κρίνουν και να παρεμβαίνουν προκειμένου να υλοποιηθεί ένα αίτημα των πολιτών. Η ανταπόκριση των υπευθύνων εξαρτάται από τις γνώσεις τους, από την διάθεσή τους, από την κρίση τους, πολλές φορές και από την αποφασιστικότητά τους να υπερασπιστούν ένα δίκαιο αίτημα , ερχόμενοι σε αντίθεση με άλλα συμφέροντα ή με τις καθημερινές συνήθειες. Έτσι ο πολίτης γίνεται έρμαιο της προσωπικότητας κάθε υπευθύνου με αποτέλεσμα ο πολίτης να εξαρτάται από τον κάθε υπεύθυνο, στον οποίο θεωρεί ότι είναι υποχρεωμένος και συνήθως θέλει να τον ανταμείψει δημιουργώντας έτσι μια σχέση κοινωνικής ή οικονομικής συνδιαλλαγής.
Σας απαντώ λοιπόν, ότι ναι ο πολίτης έχει συνειδητοποιήσει ότι η καλή λειτουργία του πολιτεύματος θα ωφελήσει και τον ίδιο. Έχει όμως πρόβλημα (ο πολίτης) για τον τρόπο με τον οποίο ανταποκρίνεται η πολιτεία σε αυτόν. Ο πολίτης δεν θέλει να ζητά και δεν θέλει να εξαρτάται συνεχώς από διάφορους υπεύθυνους. Ο πολίτης πάνω απ’ όλα δικαιούται. Βασικά δικαιούται να τον πιστεύει η πολιτεία. Διαφορετικά δεν υπάρχει κοινωνία πολιτών. Η κοινωνία υποχρεούται και ο πολίτης δικαιούται.
Οι σκέψεις, οι προτάσεις και τα προβλήματα των πολιτών μέσω κοινωνικών οργανώσεων πρέπει να φτάνουν στα κέντρα αποφάσεων και αυτά να αποφασίζουν αιτιολογώντας πρακτικά και νομικά τις απαντήσεις τους. Αυτές οι κοινωνικές οργανώσεις μπορεί να είναι ένα σώμα της ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΙΑΣ και ένα σώμα ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ, τα οποία θεσμικά εκλεγμένα και θεσμικά ισχυρά, με μέλη που ζουν την καθημερινότητα, μπορούν να κρίνουν την διαχείριση των κοινωνικών διαδικασιών, να παρουσιάζουν αδέσμευτες και κοινά ωφέλιμες προτάσεις και με τις προτάσεις τους να αναστέλλουν κάθε διάθεση αυθαιρεσίας ή κάθε άστοχη ή στοχευμένη απόφαση. Με τις συμβουλευτικές παρεμβάσεις τους φέρνουν όλα τα κέντρα αποφάσεων προ των ευθυνών τους, ενώπιον της κοινωνίας. Και αυτό, οι ικανοί και έντιμοι αντιπρόσωποι της πολιτείας, πρέπει να το θέλουν για να ολοκληρώνονται. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΟ ΑΠΟΔΕΧΤΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΜΙΑ ΠΑΛΙΚΑΡΙΑ. Θα ήθελα λοιπόν να ολοκληρώσω την απάντησή μου, λέγοντας ότι ο πολίτης γνωρίζει πολύ καλά την πραγματικότητα και αυτήν θέλει να εκφράσει, αλλά όχι παρακαλώντας και ευγνωμονώντας, αλλά ως ισότιμος πολίτης να συνδιαλλάσσεται για την διαμόρφωση μιας λειτουργίας στην κοινωνία ωφελιμότερης και δικαιότερης.
Ερώτηση: Στην τοποθέτησή σας αναφερθήκατε στη διαχείριση των διαδικασιών και μάλιστα των κοινωνικών διαδικασιών. Γνωρίζω ότι μέχρι σήμερα τις διαδικασίες εφαρμογής της νομοθεσίας μέσα στην κοινωνία, υπεύθυνα τις διαχειρίζονται οι Κρατικοί λειτουργοί, στο Κράτος και αντίστοιχα στις Περιφέρειες και τους Δήμους. Αναγνωρίζω βέβαια ότι η εφαρμογή των νόμων στην κάθε περίπτωση δεν είναι εύκολο θέμα, γιατί ο νομοθέτης με έναν νόμο για μία δραστηριότητα δεν μπορεί να καλύψει όλα τα προβλήματα που στην καθημερινότητα παρουσιάζονται για την δραστηριότητα αυτή. Έτσι κάθε λειτουργός μπορεί να λειτουργήσει κατά αντίληψη ή να ζητήσει μια διοικητική απόφαση. Επίσης, γνωρίζουμε ότι αναπτύσσοντας ένας πολίτης μια δραστηριότητα, εμπίπτει στην εφαρμογή πολλών νόμων, οι οποίοι δεν ταυτίζονται μεταξύ τους, με αποτέλεσμα ένας νόμος να αναστέλλει χρονικά ή να καταργεί δράσεις και πρακτικές, τις οποίες άλλος νόμος προωθεί. Και για να μην αναφερθώ σε περισσότερες περιπτώσεις θα υπενθυμίσω και κενά νόμων σε κάποιες δράσεις.
Απάντηση: Ο πολίτης δεν υποχρεούται και δεν μπορεί να ξέρει τους νόμους και πολύ περισσότερο δεν μπορεί να γνωρίζει δικαστικές και διοικητικές αποφάσεις, που επέχουν θέση νόμου. Αυτούς πρέπει να τους γνωρίζει η υπηρεσία και να ενημερώνει πλήρως τον πολίτη για την νομοθεσία κάθε δράσης του. Όμως τα δικαιώματά τους, τα γνωρίζουν πολύ καλά και τα αξιοποιούν αυτοί που μπορούν να πληρώσουν καλούς νομικούς. Η αλήθεια λοιπόν είναι, ότι όλο αυτό το συνονθύλευμα, που λέγεται Νομικό Πλαίσιο, δεν είναι γνωστό στους πολίτες και δεν το γνωρίζουν επαρκώς οι λειτουργοί που συνδιαλλάσσονται με τους πολίτες. Συχνά γίνονται γνωστές νομικές και άλλες διατάξεις στον πολίτη κατά τη διάρκεια της δράσης του. Δεν είναι δίκαιο να αντιμετωπίζονται οριζόντια ομαδες πολιτων χωρις να κατηγοριοποιούνται, διότι τα πλείστα διατάγματα της Διοίκησης και των Δικαστικών αποφάσεων είτε είναι στοχευμένα είτε δεν υπακούουν στην βασική νομοθετική ηθική αρχή του Συντάγματος εξυπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα σε Νόμους, που εμφανίζονται με μια νομιμοφάνεια.
Θα συμφωνήσω λοιπόν, ότι τίθεται θέμα διαχείρισης των διαδικασιών και ότι την διαχείριση αυτή μόνο εκλεγμένοι πολίτες σε κοινωνικούς φορείς, εκτός πολιτικών κομμάτων, μπορούν να κάνουν, όπως οι συνταξιούχοι γέροντες της ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΙΑΣ με την πείρα, την τεχνογνωσία της καθημερινότητας μιας ζωής και την ανιδιοτέλειά τους ή όπως ΕΘΕΛΟΝΤΕΣ, αυτούς τους επίσης ανιδιοτελείς πολίτες, μέλη κοινωνικών μη επαγγελματικών συλλόγων. Αυτές ενδείκνυνται ως οι καταλληλότερες κοινωνικές ομάδες, οι οποίες οργανωμένες και εκλεγμένες, μπορούν να διοχετεύουν θέματα στις Βουλές του κράτους και της Περιφέρειας ή στα Δημοτικά Συμβούλια με θεσμικό τρόπο για την αποκατάσταση της λειτουργίας της κοινωνίας και την ολοκλήρωση του Δημοκρατικού πολιτεύματος.
Ερώτηση: Αυτά λοιπόν τα αντιπροσωπευτικά σώματα της Δημογεροντίας και των Εθελοντών ή όποια άλλα σώματα αντιπροσώπων θέλει να καθιερώσει ένας λαός, θα είναι αποτελεσματικότερα ή τιμιότερα από τους αντιπροσώπους που εκλέγονται με τα πολιτικά κόμματα, τα οποία είναι πολλά, το ένα ελέγχει το άλλο και έχουν και διαφορετικές προτάσεις; Δεν καλύπτεται με αυτά ο λαός;
Απάντηση: Σε ευχαριστώ για την εύστοχη ερώτηση. Αναγνωρίζω ότι σου προτείνω κάτι καινούριο. Είναι όμως καλό να σκεφτούμε ότι κάθε καινούριο φοβίζει αυτόν, που κατέχει το παλιό. Θα πρέπει λοιπόν να δεχτούμε, ότι σε κάθε πολίτευμα υπάρχουν οι Διοικούντες και οι Διοικούμενοι.
Στο Δημοκρατικό πολίτευμα οι Διοικούντες είναι τα πολιτικά κόμματα, τα οποία εκλέγονται για να διοικήσουν τον λαό σύμφωνα με τα προγράμματά τους ή τις εξαγγελίες τους, τα οποία εγκρίνει ο λαός στις εκλογές και πρέπει να υλοποιήσουν σε 4 ή 5 χρόνια. Οι πολύπλοκες όμως συνθήκες που λειτουργεί η κοινωνία, όπως αναφέραμε και προηγουμένως κάτω από την επιρροή μη εκλεγμένων δυνάμεων, όπως είναι η Οικονομία ( και ειδικά τα μεγάλα κεφάλαια) και η Τεχνολογία, ακυρώνουν ή διαστρεβλώνουν την εφαρμογή των προγραμμάτων των πολιτικών κομμάτων, όταν εκλεγούν, και αυτό συμβαίνει και στα κόμματα που δεν έχουν εκλεγεί, μόλις και αυτά εκλεγούν και έχουν την δυνατότητα να αποφασίζουν. Έτσι και τα κόμματα αλλάζουν ή προσαρμόζονται, όταν εκλεγούν, και ο λαός, που είναι οι Διοικούμενοι, δεν μπορούν να παρέμβουν αποτελεσματικά, για να γνωμοδοτήσουν για τις αλλαγές αυτές πριν αυτές γίνουν, για τον απλούστατο λόγο ότι, έστω και αν απαιτείται να γίνει κάτι διαφορετικό από αυτό που υποσχέθηκαν τα πολιτικά κόμματα, δεν σημαίνει ότι υπάρχει μόνο αυτό που επιλέγουν τελικά να κάνουν. Πάντα υπάρχουν εναλλακτικές προτάσεις ωφέλιμες για τον λαό και αυτές τις προτάσεις ο λαός τις γνωρίζει πολύ καλά με την πείρα του και εν τέλει προτείνει αυτές που αυτός κρίνει ωφελιμότερες. Ο λαός λοιπόν, πρέπει να είναι παρών στην καθημερινότητα και μάλιστα στα κέντρα αποφάσεων.
Αυτό του το δικαίωμα ο λαός πρέπει να το κερδίσει. Απαιτώντας το. Και οι Διοικούντες πρέπει να αποδέχονται την εμπειρία και την σοφία που έχει ο λαός, και μάλιστα εκλεκτά τμήματα του λαού, και να δεχτούν να ακούν με θεσμική υποχρέωση για κάθε θέμα τις απόψεις και τις προτάσεις του λαού και υποχρεωτικά να απαντούν τεκμηριωμένα είτε θετικά είτε αρνητικά. Για κάθε θέμα όσα ξέρει ο νοικοκύρης δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος. Και ο νοικοκύρης, που είναι ο λαός, γνωρίζει το εφικτό και δίκαιο και αυτονόητο στην καθημερινότητα και μέσα σε αυτό πρέπει να ενσωματώνεται κάθε απόφαση της διοίκησης, ακόμα και αν η απόφαση αυτή προέρχεται από οδηγίες Παγκόσμιων Κέντρων. Πάντα υπάρχει τρόπος να ενσωματώνει ο λαός τις Παγκόσμιες οδηγίες στο πλαίσιο του δικαίου και του δικού του συμφέροντος. Η τελική προς το παρόν τοποθέτηση είναι ότι, για να υλοποιηθεί η συμμετοχή του λαού στις αποφάσεις της καθημερινότητας, πρέπει και τα ίδια τα κόμματα να αλλάζουν λειτουργία, να γίνονται γνήσιοι εκφραστές του λαού και να καθιερώνονται ως οι ναοί της Δημοκρατίας.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΟΜΜΑΤΩΝ
Ερώτηση: Μάλλον πως πρέπει να κάνω μια απλή ερώτηση. « Τι είναι πολιτικό κόμμα, από ποιους δημιουργείται και γιατί δημιουργείται; »
Απάντηση: Το πολιτικό κόμμα είναι μια οργάνωση, ας πούμε ένας ιδεολογικός συνεταιρισμός, ο οποίος γίνεται επίσημος με ένα συμφωνητικό και καταστατικό και ανήκει στα εγγεγραμμένα μέλη του, που συνεταιρίζονται με την ίδια ιδέα που θεωρούν ότι είναι χρήσιμη για την κοινωνία τους.
Ο ιδεολογικός αυτός συνεταιρισμός προσπαθεί και εξηγεί και παίρνει θέσεις σύμφωνα με τις απόψεις που έχουν τα μέλη του, για όλα ή μερικά κοινωνικά θέματα, και από την δράση του αποκτά φίλους και οπαδούς , οι οποίοι στις εκλογές γίνονται ψηφοφόροι του δίνοντάς του έτσι την λαϊκή ισχύ που απαιτείται για να αποκτήσει εξουσία, για να υλοποιήσει τα προγράμματά του, τα οποία διέπονται από τις ιδεολογικές αντιλήψεις μελών, οπαδών και ψηφοφόρων αυτών.
Ερώτηση: Προφανώς η ερώτηση και η απάντηση είναι τόσο απλές και αυτονόητες που φαντάζουν αστείες. Αυτές όμως οι απλές και αυτονόητες τοποθετήσεις ως έννοια στην πράξη έχουν αντικατασταθεί, και τα κόμματα έχουν καταντήσει συνήθως σε ελεγχόμενα ολιγαρχικά σωματεία, τα οποία καθιερώνει είτε η αδιαφορία συμμετοχής των πολιτών είτε η εμπιστοσύνη προς τρίτα πρόσωπα των πολιτών είτε η συνδιαλλαγή συμφερόντων είτε καλοπροαίρετοι ιδεολόγοι και όλοι μαζί εναλλασσόμενοι στην εξουσία καταντούν κυρίως ομάδες διεκδίκησης της εξουσίας και λιγότερο ομάδες οργάνωσης, καλής λειτουργίας και ευτυχισμένης συμβίωσης της κοινωνίας. Θα ήθελα λοιπόν, να συζητήσουμε, πώς αυτά τα ελεγχόμενα ολιγαρχικά σωματεία θα γίνουν άμεσοι και γνήσιοι εκφραστές και εφαρμοστές των ιδεών και των κοινωνικών θέσεων των μελών και των ψηφοφόρων τους και ποια είναι η διαφορά ενός μέλους από ένα ψηφοφόρο;
Απάντηση: Στην ερώτησή σου θα μπορούσε να απαντήσει κάθε απλός πολίτης με το φυσικό αίσθημα δικαίου που διακατέχει όλους τους ανθρώπους και αντί αυτών σου απαντώ εγώ.
Η οργάνωση των κομμάτων πρέπει να έχει κυρίαρχο όργανο τα μέλη της και μέλος της μπορεί να είναι κάθε ψηφοφόρος του κόμματος αρκεί με κάποιο συμφωνημένο τρόπο να το δηλώνει. Τα κόμματα δεν μπορεί εκ της φύσης τους να είναι κλειστά Σωματεία. Όλα τα μέλη που προσφέρονται να εργασθούν για την κοινωνία, από τον αρχηγό μέχρι μια τοπική επιτροπή, προτείνονται από τα μέλη και πρέπει να εκλέγονται με μια διαδικασία βάση της οποίας, όποιος και αν προσπαθεί να χαλιναγωγήσει την γνώμη των μελών, να μην μπορεί να το επιτύχει τουλάχιστον σε αξιόλογο βαθμό.
Ερώτηση: Στο άρθρο για το πολιτειακό της εφημερίδας αυτής αναγράφονται διάφορες προτάσεις του τρόπου εκλογής ή αποπομπής ενός εκλεγμένου αντιπροσώπου. Αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχουν και άλλες απόψεις , οι οποίες θα παρουσιασθούν μελλοντικά από πολίτες. Θα ήθελα να ρωτήσω για δύο προτάσεις:
α ) Γιατί τα μέλη των κομμάτων προτείνουν τρεις υποψήφιους και κατά την ψηφοφορία σε προκριματικές εκλογές ψηφίζουν 4;
β ) Γιατί το 33% των εγγεγραμμένων μελών όλων των κομμάτων και όχι το 33% των εγγεγραμμένων μελών του κόμματος που είναι υποψήφιοι να έχουν δικαίωμα να στερήσουν την συμμετοχή ενός υποψηφίου;
Απάντηση: Η ερμηνεία στην άποψη αυτή είναι, ότι ο αριθμός των υποψηφίων δεν πρέπει να είναι περιορισμένος, για να έχει την δυνατότητα κάθε πολίτης, τον οποίο προτείνει το 5% των μελών, ανεξάρτητα αν εκλεγεί στη Βουλή, να έχει την υποχρέωση να υπηρετήσει την κοινωνία από οποιαδήποτε θέση. Έχοντας λοιπόν την δυνατότητα κάθε μέλος να προτείνει τρεις, θα επηρεασθεί ίσως από παρεμβάσεις τρίτων ποιους τρεις να προτείνει. Η τέταρτη όμως ψήφος του, κατά τις προκριματικά εκλογές υποψηφίων πηγαίνει σε έναν υποψήφιο, που δεν έχει προτείνει, και αυτή η ψήφος του θα είναι περισσότερο αδέσμευτη.
Όσον αφορά τους υποψήφιους γενικότερα, η κοινωνία συνολικά, ανεξάρτητα κομμάτων, είναι σωστό να μην επιτρέπει να συμμετέχει στην κοινωνική και πολιτική εκπροσώπηση ένας πολίτης , ο οποίος με την γενική συμπεριφορά του και τις πράξεις του, η τοπική κοινωνία δεν τον θέλει ως υποψήφιο εκπρόσωπό της και αυτό μόνο το σύνολο της κοινωνίας μπορεί να το αποφασίσει μέχρι ενός λογικού αριθμού συμπολιτών, οι οποίοι είναι αρκετοί με το ποσοστό 33% για ένα τοπικό δημοψήφισμα, το οποίο μπορεί να προκαλέσουν από κοινού οι τοπικές επιτροπές των κομμάτων και λοιπών αντιπροσωπευτικών κοινωνικών σωμάτων.
Γενικότερα θα ήθελα μαζί πάλι, αλλά και με άλλους συμπολίτες, να γίνει μια ευρύτερη γραπτή συζήτηση, η οποία θα περιέχει σκέψεις- προτάσεις για την ολοκλήρωση της δημοκρατικής λειτουργίας των κομμάτων.