ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ

Η Εκτελεστική Αρχή είναι ένα Σώμα, το οποίο απαρτίζεται από εκλεγμένα από τους πολίτες, μέλη που τα διακρίνει η πείρα τους, στην λειτουργία της κοινωνίας.

Το Σώμα αυτό έχει σκοπό την επίβλεψη, τον έλεγχο και την προσαρμογή όλων των υπηρεσιών του Κράτους στους Νόμους, τους θεσμούς, το Σύνταγμα και τις δικαστικές αποφάσεις, με στόχο ο πολίτης να γίνεται αποδέκτης, με διαφάνεια όλων των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, χωρίς οι υπηρεσίες του Κράτους να διαστρεβλώνουν ή να ακυρώνουν τις προθέσεις και το πνεύμα   των Νομοθετών.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προΐσταται της Εκτελεστικής Αρχής. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σε γενικές εκλογές εκλέγεται απευθείας από τους πολίτες.

Ο  Πρόεδρος, ως υποψήφιος,  προτείνει για κάθε τομέα του Κράτους ( Υπουργεία) στο  ψηφοδέλτιο του, τρεις υποψηφίους για κάθε τομέα, οι οποίοι επίσης ψηφίζονται. Οι πολίτες ψηφίζουν Πρόεδρο και ένα άτομο για κάθε τομέα, από αυτούς που προτείνει ο Πρόεδρος. Ο πολίτης μπορεί να ψηφίσει ένα Πρόεδρο, αλλά έχει και  την δυνατότητα να ψηφίσει έναν υπεύθυνο ενός τομέα,   τον οποίο προτείνει ένας άλλος υποψήφιος Πρόεδρος.

Η δυνατότητα αυτή δίνει την ευκαιρία στον πολίτη να αξιολογεί τους ικανότερους και ηθικότερους , ανεξάρτητα συνδυασμών των υποψηφίων και έτσι σπάει η μονολιθικότητα των κομμάτων και μάλιστα σε θέματα Ελέγχων και Διαχείρισης των Κρατικών υπηρεσιών, όπου το θέμα δεν είναι πολιτικοϊδεολογικό. Ο εκλεγμένος  Πρόεδρος είναι ο Ανώτατος Άρχων της Δημοκρατίας με δεύτερο στην τάξη τον Πρωθυπουργό, ο οποίος είναι ο αρχηγός της πλειοψηφίας της Νομοθετικής Βουλής.

Η υπηρεσία ελέγχου της Κρατικής και Περιφερειακής λειτουργίας υπάγεται απευθείας εις τον Πρόεδρο.

ΤΟ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑ ΕΙΝΑΙ ΟΠΩΣ Η ΑΝΑΤΡΟΦΗ, ΠΟΥ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΚΑΛΟΙ ΜΕ ΑΥΤΗΝ, ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΗ, ΚΑΙ ΚΑΚΟΙ, ΑΝΤΙΘΕΤΑ

ΠΛΑΤΩΝΑΣ

 

 

     ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΕΞΟΥΣΙΩΝ

Η διάκριση των εξουσιών αποτελεί, μία από τις πλέον θεμελιώδεις οργανωτικές αρχές του φιλελεύθερου συνταγματικού κράτους δικαίου.

Είναι η απόλυτη άρνηση της δεσποτικής εξουσίας, της απολυταρχικής και συγκεντρωτικής εξουσίας της απόλυτης μοναρχίας και ολιγαρχίας.

Στην  ανάγκη της διάκρισης των εξουσιών, την οποία διαπίστωσε από τα αρχαία χρόνια ο Αριστοτέλης , διαπιστώνεται  όταν  κάθε κράτος εκδηλώνει την βούληση του προς τρεις κατευθύνσεις (λειτουργίες), οι οποίες διαφέρουν ως προς την ουσία των ενεργειών που επιτελεί η κάθε μία, αφού

Α) Η μία θεσπίζει τους νόμους, θέτοντας κανόνες δικαίου επιτακτικούς και αφηρημένους. Αυτή είναι η Νομοθετική Αρχή (Βουλή)

Β) Η δεύτερη εκτελεί και είναι η Εκτελεστική Αρχή (Αρχηγοί του Κράτους και Κυβέρνηση)

Γ)Η Τρίτη δικάζει και είναι η Δικαστική Αρχή.

Για να εκπληρωθούν, ποιοτικά, οι παραπάνω λειτουργίες και να αποτρέπεται ο δεσποτισμός και η κατάχρηση εξουσίας με τη συγκέντρωση τους σε ένα πρόσωπο ή ένα μονοκρατικό όργανο, θα πρέπει κάθε κρατική εξουσία να ασκείται από διαφορετικό όργανο και το καθένα να είναι ανεξάρτητο από το άλλο.

Έτσι το όργανο (Βουλή) που θεσπίζει τον νόμο, να μην μπορεί να τον εκτελεί, ούτε να τον δικάζει, με βάση τον κανόνα που το ίδιο το όργανο (Βουλή) θέσπισε. Άλλωστε η Αρχή που αποφασίζει δεν μπορεί να είναι η ίδια που θα ελέγχει.

<<ΚΑΘΕ ΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΗ Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΟΥΤΕ ΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΗ Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΕΞΟΥΣΙΩΝ, ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΔΙΟΛΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑ>>, αναφέρει το άρθρο 16 της Γαλλικής <<Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη>> το 1789.

Μόνο όταν, η εξουσία, αναχαιτίζει την εξουσία, οι κυβερνώμενοι μπορούν να αισθάνονται ασφαλείς και ελεύθεροι.

Η πολιτική ιδέα  που βρίσκεται, τελικά, πίσω από την διάκριση των εξουσιών και υπηρετείται με την εξισορρόπηση τους, είναι η ιδέα της πολιτικής μετριοπάθειας.

<<ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΝΟΙΑΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΤΑ ΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΝΟΗΤΟΣ>>

 

 

 

                              ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

 

Στην  λειτουργία τους οι  Κρατικές Υπηρεσίες  πρέπει να ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΟΥΝΤΑΙ.

Όταν το κράτος  λειτουργεί με αντικειμενικούς κανόνες και θεσμοθετημένα συστήματα ελέγχου του, τότε η κοινωνία το εμπιστεύεται, και οι κοινωνικοί λειτουργοί καθιερώνονται ως σεβαστά πρόσωπα. Τότε γίνεται ισχυρή και προσωποποιημένη η ευθύνη για τις επιλογές και τις αποφάσεις  καθενός,  για τις οποίες  είναι υπόλογος.

Η αυτοδιοικητική υπηρεσία του Κράτους,  κατευθύνεται και ελέγχεται από την ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ και σε καμία περίπτωση από την Νομοθετική Αρχή (δηλαδή τους βουλευτές).

Διότι το σύμπλεγμα Νομοθετώ και Διαχειρίζομαι γεννά διαπλοκή και πελατολόγιο, ενώ η ανεξάρτητη, εκλεγμένη ισχυρή Εκτελεστική Αρχή εγγυάται την αντικειμενική και πλήρη εφαρμογή των Νόμων.

Κανόνες εσωτερικής λειτουργίας, με ολοκληρωμένα συστήματα ελέγχου και αυτοελέγχου,  υποκείμενα όλα σε δημόσια γνωστοποίηση, πρέπει να λειτουργούν σε κανόνες διαφάνειας με ένα νέο λειτουργικό σύστημα,  που να είναι προσαρμοσμένο στις παραπάνω αρχές αντικειμενικότητας και ελέγχου,  μέσα στα εξελισσόμενα πλαίσια μιας ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ.

Για την  επιτυχή  λειτουργία των παραπάνω η όλη δομή,  διαχωρίζεται στα εξής επίπεδα:

1)            Κρατικές Υπηρεσίες  ΕΠΙΠΕΔΟΥ Α’ που έρχονται άμεσα σε επαφή με τον πολίτη

2)            Κρατικές Υπηρεσίες ΕΠΙΠΕΔΟΥ Β’ που οργανώνουν,  προγραμματίζουν και διοικούν τις υπηρεσίες επιπέδου Α΄.

3)            Κρατικές υπηρεσίες ΕΛΕΓΧΟΥ  για την  καλή εκτέλεση και πρόοδο των υπηρεσιών Α’ και Β’ ΕΠΙΠΕΔΟΥ.

Οι υπηρεσίες Α και Β ΕΠΙΠΕΔΟΥ οργανώνονται σε Περιφερειακή ή και  Κρατική εμβέλεια.

Οι υπηρεσίες ΕΛΕΓΧΟΥ είναι ανεξάρτητες από την δομή της κρατικής λειτουργίας, οι λειτουργοί της δεν προέρχονται από αυτήν, αλλά είναι γνωστές και σπουδαγμένοι, της κρατικής λειτουργίας όλων των δομών της και η οργάνωση της είναι Κρατικής εμβέλειας.

<<ΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΝ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΟ ΥΨΟΣ ΤΟΥ ΤΟΙΧΟΥ>>

 

 

            ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Α) ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΛΕΓΧΟΥ

Η υπηρεσία ελέγχου είναι αρμόδια για το σύνολο των υπηρεσιών του Κράτους και των Περιφερειών και διοικείται από μικτή 7μελή επιτροπή, η οποία εναλλάσσεται κάθε 3ετία και αποτελείται από

1)            Εκπρόσωπο ειδικά εκλεγμένο από τα σωματεία Εισαγγελέων – Δικαστών

2)            Εκπρόσωπο ειδικά εκλεγμένο από το σύνολο των Επιμελητηρίων

3)            Εκπρόσωπο ειδικά εκλεγμένο από την Συνομοσπονδία Εργαζομένων

4)            Εκπρόσωπο ειδικά εκλεγμένο από το κεντρικό όργανο της Αυτοδιοίκησης

5)            Εκπρόσωπο ειδικά εκλεγμένο από την Εκτελεστική Αρχή

6)            Εκπρόσωπο ειδικά εκλεγμένο από το σώμα της Γερουσίας

7)            Εκπρόσωπο ειδικά εκλεγμένο από το σώμα ορκωτών λογιστών – φοροτεχνικών

Η επιτροπή διαθέτει πλήρη οργανωμένη υπηρεσία σε όλη την Κρατική Επικράτεια. Η επιτροπή αυτοδιοικείται, με ενισχυμένες δυνατότητες παρέμβασης, και διαθέτει ειδικό σώμα ελεγκτών οι οποίοι ελέγχουν τους υπολοίπους ελεγκτές της υπηρεσίας αυτής.

Τα μέλη της επιτροπής αυτής δεν μπορούν να επανεκλεγούν για δεύτερη θητεία.

Η Υπηρεσία Ελέγχου ανήκει απ’ευθείας στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

 

Β) ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ  Α ΚΑΙ Β ΕΠΙΠΕΔΟΥ

Η παραμονή στην ίδια θέση Διευθυντού σε τμήματα όλων των υπηρεσιών, δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των έξι (6) ετών, στις υπηρεσίες Α και Β επιπέδου.

Κάθε Κρατική λειτουργική δομή (Υπουργείο ή Οργανισμός) διοικείται από Γενικό Διευθυντή, ο οποίος είναι μόνιμος στην θέση του και η πρόσληψη του γίνεται με υπερενισχυμένη  πλειοψηφία,  διοκομματικής επιτροπής της Εκτελεστικής Αρχής.

Αποπομπή Γενικού Διευθυντή μπορεί να γίνει από την Νομοθετική Βουλή με πλειοψηφία 51% ή με δημοψήφισμα που προκαλείται από τους πολίτες με 300000 υπογραφές,  ή και  από το 33% των βουλευτών της Νομοθετικής Βουλής.

Κρατικοί  λειτουργοί  Α ΕΠΙΠΕΔΟΥ,  για να συνεχίσουν την υπηρεσία τους σε Β ΕΠΙΠΕΔΟ,  θα πρέπει να περάσουν επιτυχώς από ειδικό σχολείο Διοίκησης και Προγραμματισμού. Είναι απαραίτητο για να προσληφθεί κάποιος σε υπηρεσία Β ΕΠΙΠΕΔΟΥ  να έχει προϋπηρεσία στο Α ΕΠΙΠΕΔΟ  και στην Περιφέρεια.

Για την ανάληψη καθηκόντων Διευθυντή σε τομέα Διεύθυνσης Β ΕΠΙΠΕΔΟΥ απαιτούνται ως κριτήρια:

1)            Οι προγενέστερες βαθμολογίες των υπηρεσιακών εξετάσεων

2)            Η βαθμολογία ειδικών γραπτών εξετάσεων για υπηρεσιακά γνωστικά θέματα

3)            Αιτιολογημένες κοινές προτάσεις του συνόλου των λειτουργών του τομέα ΕΠΙΠΕΔΟΥ Α

4)            Ιστορικό παρατηρήσεων των πολιτών  κατά την διάρκεια όλης της πορείας του, με την αντίστοιχη έκθεση της ειδικής επιτροπής αξιολόγησης παραπόνων.

 

 

 

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΙΚΑ ΣΩΜΑΤΑ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΟΡΟΙ ΕΚΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Α) ΕΚΛΕΓΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΚΛΗΡΩΤΟΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗΣ

 

Για την Βουλή της Περιφέρειας και το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου εκλέγονται απ’ευθείας από τους πολίτες  το 70% των μελών τους, τα οποία έχουν προταθεί από τα μέλη των πολιτικών κομμάτων, Για την εκλογή του 70% των εκλεγμένων μελών της Περιφερειακής Βουλής και του Δημοτικού Συμβουλίου αυτοπροτείνονται σε προκριματικές εκλογές από όλη την κοινωνία άτομα με την υπόδειξη τουλάχιστον 300   μελών των Πολιτικών Κομμάτων για μέλη άνω των 5000 ή το 5% για κάτω των 5000 μελών, σε ένα ενιαίο ψηφοδέλτιο χωρίς αριθμητικό περιορισμό ενώ κάθε μέλος κόμματος μπορεί να προτείνει μέχρι (3) τρεις υποψηφίους. Εκλέγονται δε κατά σειρά προτίμησης από μία ενιαία λίστα όλων των προτεινόμενων υποψηφιών . Κάθε ψηφοφόρος  ψηφίζει δύο (2) υποψηφίους. Οι υποψήφιοι πρέπει  να έχουν τις εξής προϋποθέσεις α) να μην έχουν κακουργηματική ποινή, β) να έχουν εργαστεί τουλάχιστον για μία 8ετία εκτός της πολιτικής. Για την εκλογή του 30% των μελών της Βουλής της Περιφέρειας ή του Δημοτικού Συμβουλίου   προτείνονται σε προκριματικές εκλογές από όλη την κοινωνία  πολίτες  με την συναίνεση τους,  από το 5% των πολιτών έως 5000 ψηφοφόρους και  300 πολίτες πάνω από τους 5000 ψηφοφόρους με δικαίωμα των πολιτών να προτείνουν μέχρι (3) τρεις υποψηφίους.  Εκλέγονται στις προκριματικές εκλογές  όσοι λάβουν το 3% των ψηφοφόρων και καλούνται κληρωτοί  εκλέκτορες οι οποίοι συγκροτούν το σώμα <<ΚΛΗΡΩΤΩΝ ΕΚΛΕΚΤΟΡΩΝ>>.Εις την ψηφοφορία οι πολιτες έχουν δικαίωμα δύο σταυρούς προτίμησης. Μεταξύ των κληρωτών  εκλέκτορων κληρώνονται  ισάριθμα μέλη για την   Περιφερειακή Βουλή ή το Δημοτικό Συμβούλιο που απαρτίζουν το σώμα <<ΚΛΗΡΩΤΩΝ>> για το ήμισυ της θητείας  εναλασσόμενοι το υπόλοιπο ήμισυ της θητείας, και δεν έχουν δικαίωμα να λάβουν μέρος σε νέα κλήρωση εκτός και εάν δεν επαρκούν οι εκλέκτορες. Εάν  οι εκλεγμένοι δεν επαρκούν για την συγκρότηση σώματος <<ΚΛΗΡΩΤΩΝ>> συμπληρώνονται κατ’αναλογία από τους εκλεγέντες υποψηφίους από τα κόμματα με προτεραιότητα τα μικρότερα κόμματα.  Οι αυτοπροτεινούμενοι για εκλογή εκλεκτόρων δεν πρέπει να έχουν διατελέσει υψηλόβαθμα διοικητικά στελέχη και ποτέ να μην έχουν εκλεγεί στην Διοίκηση πολιτικών κομμάτων, της Αυτοδιαχείρισης και  του Κράτους, δεν έχουν καταδικαστεί ποτέ για κακουργήματα και έχουν επιτυχή επαγγελματική σταδιοδρομία τουλάχιστον επί 8ετία και συμμετέχουν στους επαγγελματικούς συλλόγους τους.

Β) ΕΚΛΕΓΜΕΝΑ ΚΑΙ ΘΕΣΜΟΘΕΤΗΜΕΝΑ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΑ ΣΩΜΑΤΑ

Παράλληλα με  τα Διοικητικά εκλεγμένα Σώματα της Αυτοδιοίκησης  συνλειτουργεί συμβουλευτικά και παρεμβατικά ο εθελοντισμός με δύο μορφές ׃

 

1  Η <‹ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΙΑ›>, η οποία είναι ένα Συμβουλευτικό Σώμα, το οποίο απαρτίζεται από εκλεγμένα μέλη που έχουν συμπληρώσει ηλικιακά το όριο συνταξιοδότησης.

 

Η ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΙΑ υπάρχει στους Δήμους και τις Περιφέρειες, με μέλη ισάριθμα των Δημοτικών Συμβουλίων ή της Περιφερειακής Βουλής.

Τα  μέλη των <<ΕΚΛΕΚΤΟΡΩΝ της ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΙΑΣ>> Δήμων και Περιφερειών προτείνονται, με την συναίνεση τους, από το 5% των πολιτών έως 5000 ψηφοφόρους και 300 πολίτες πάνω από 5000 ψηφοφόρους και κάθε πολίτης μπορεί να προτείνει μέχρι τρεις (3) συνταξιούχους.. Οι εκλογές για την ανάδειξη του σώματος <<ΕΚΛΕΚΤΟΡΩΝ ΤΗΣ ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΙΑΣ>>  της Αυτοδιοίκησης  γίνονται από ειδικούς καταλόγους των συνταξιούχων και  εκλέγονται όσοι λάβουν τουλάχιστον  το 3% των ψήφων των πολιτών, στις οποίες κάθε πολίτης ψηφίζει με (2) δύο σταυρούς προτίμησης. Οι εκλεγμένοι αυτοί αποτελούν το Σώμα << ΕΚΛΕΚΤΟΡΩΝ ΤΗΣ ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΙΑΣ>>. Οι εκλέκτορες αυτοί  με κλήρωση, κληρώνουν  ταυτόχρονα τον ίδιο αριθμό μελών, με τα αντίστοιχα σώματα των Δήμων και  Περιφερειών και αυτοί οι κληρωθέντες συγκροτούν το σώμα της ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΊΑΣ των Δήμων ή Περιφερειών.

Προτάσεις της Δημογεροντίας συζητούνται υποχρεωτικά σε καθορισμένο χρόνο  από το ανάλογο Δημοτικό Συμβούλιο ή Περιφερειακή Βουλή και αποφασίζουν σχετικά.

 

Τα  εκλεγμένα μέλη της Δημογεροντίας που κληρώνονται από τους ΕΚΛΕΚΤΟΡΕΣ της ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΙΑΣ  και συμμετέχουν ως  Συμβουλευτικά όργανα της Αυτοδιοίκησης, εισπράττουν μία μικρή τυπική αφορολόγητη αποζημίωση.

 

2.Η ‹ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ› Συμβουλευτικό Σώμα ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ, το οποίο απαρτίζεται από μέλη μη επαγγελματικών συλλόγων, τα οποία εκλέγονται διαχρονικά από τους συλλόγους τους  για τον σκοπό αυτό, κατά την διάρκεια των αρχαιρεσιών τους όποτε αυτές γίνονται.

 

Η <<ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ>>  λειτουργεί σε Δήμους και Περιφέρειες με μέλη αντίστοιχα ισάριθμα των Δημοτικών Συμβουλίων και της Περιφερειακής Βουλής. Τα εκλεγμένα μέλη των Συλλόγων απαρτίζουν το σώμα <<ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΩΝ ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ>> κάθε Δήμου και Περιφέρειας, από  το οποίο κληρώνονται ισάριθμα μέλη  με τα Δημοτικά Συμβούλια και τις Περιφερειακές Βουλές και αποτελούν  το σώμα <<ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ>>

 

Προτάσεις   του σώματος ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ του Δήμου  ή της Περιφέρειας  συζητούνται υποχρεωτικά σε καθορισμένο χρόνο  από το ανάλογο Δημοτικό Συμβούλιο, ή Περιφερειακή Βουλή, σώματα που είναι αρμόδια για να αποφασίζουν σχετικά.

 

Τα  εκλεγμένα μέλη της <<Εκκλησίας Εθελοντών>>  και οι κληρωθέντες του σώματος ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ δεν εισπράττουν καμία αποζημίωση και δεν πρέπει να αποζημιώνονται από τους Συλλόγους.

 

Δεν  μπορεί να είναι μέλη της <<Εκκλησίας Εθελοντών>> εκλεγμένα άτομα, τα οποία συμμετείχαν στη διοίκηση πολιτικών κομμάτων, της αυτοδιαχείρισης και της διοίκησης του Κράτους.

Οι  κληρωμένοι εκλέκτορες της <<ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΙΑΣ>> του Δήμου ή της Περιφέρειας  και οι κληρωμένοι εθελοντές του σώματος << ΤΩΝ ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ>> του Δήμου ή της Περιφέρειας  σε κοινή συνεδρία τους απαρτίζουν το σώμα της ΓΕΡΟΥΣΙΑΣ, του Δήμου ή  της Περιφέρειας, το οποίο υλοποιεί διαδικαστικά κοινές αποφάσεις της ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΙΑΣ και του σώματος των ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ.

 

Η ΓΕΡΟΥΣΙΑ μπορεί να αναπέμπει κάθε Σχέδιο Νόμου ή Νόμο ή απόφαση που ψήφισε η Περιφερειακή Βουλή ή το Δημοτικό Συμβούλιο με σχετικό αιτιολογικό στο οποίο θα πρέπει να διακρίνεται π.χ.  η ζημιά σε ομάδες πολιτών ή του συνόλου ή η αδικαιολόγητα χαριστική πράξη προς συγκεκριμένα άτομα ή εταιρείες.

Η τελική ψήφιση ενός  παραπεμφθέντος από την Γερουσία νόμου ή νομοσχεδίου ή απόφασης, μπορεί να γίνει από κοινού και με πλειοψηφία 66% του συνόλου των μελών της Περιφερειακής Βουλής ή του Δημοτικού Συμβουλίου.

 

ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΘΕΣΜΟΘΕΤΗΜΕΝΗ ΔΙΑΡΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Σε μια ολοκληρωμένη δημοκρατία, η κοινωνία εκτός της εκλογής αντιπροσώπων,  οργανώνεται θεσμικά και συμμετέχει καθημερινά χωρίς να υποκαθιστά ή να δυσκολεύει την λειτουργία και αποτελεσματικότητα των πολιτικών αντιπροσώπων αλλά ολοκληρώνοντας το έργο τους. Έτσι πέραν από τα πολιτειακά κόμματα, λειτουργούν θεσμικά δύο εκλεγμένα  συμβουλευτικά  σώματα του Κράτους:

  • Η «ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΙΑ» του Κράτους στην οποία συμμετέχουν ενεργοί συνταξιούχοι , κάτοχοι εμπειριών, τεχνογνωσίας και σοφίας μιας ζωής και εκλεγμένοι μεταξύ τους με απλές και αντικειμενικές διαδικασίες, συγχρόνως με τις πολιτικές εκλογές, όμοια όπως εκλέγονται στην Αυτοδιοίκηση και  θα συγκροτηθούν σε ένα συμβουλευτικό θεσμικό Σώμα
  • Το σώμα  των <<ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ» του Κράτους,  προέρχεται από εθελοντές πολίτες, οι οποίοι αφιλοκερδώς και ανιδιοτελώς, μέσω μη επαγγελματικών συλλόγων, προσφέρουν κοινωνικές υπηρεσίες. Αυτοί οι κοινωνικοποιημένοι εθελοντικά πολίτες, με απλές εκλογικές διαδικασίες  εκλέγουν από  το θεσμικό συμβουλευτικό σώμα της «Εκκλησίας των Εθελοντών», το σώμα <<ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ>> του Κράτους με ισόριθμα μέλη όσα και η  Νομοθετική Βουλή με τις ίδιες διαδικασίες όπως εκλέγονται και στην Αυτοδιοίκηση.

Τα παραπάνω συμβουλευτικά Σώματα εξυπηρετούνται από αρμόδιες γραμματείες και υποβάλλουν προτάσεις στους  Κοινοβουλευτικούς αντιπροσώπους και στην Εκτελεστικά αρχή, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να απαντήσουν σύντομα και αιτιολογημένα.

Κοινή συνεδρία της «Δημογεροντίας» και της «Εκκλησίας των Εθελοντών» αποτελεί το Σώμα της «Γερουσίας» του Κράτους, η οποία μπορεί να αναπέμπει σχέδια νόμου ή Νόμους, αιτιολογημένα προς επανέγκρισή τους από την απόλυτη πλειοψηφία της Νομοθετικής Βουλής.

Εκτός των παραπάνω Σωμάτων , τα ίδια τα πολιτικά κόμματα ως βασικοί θεσμικοί φορείς, επιβάλλεται να καταστούν οι ναοί των δημοκρατικών διαδικασιών και να λειτουργούν  με ακατάλυτους δημοκρατικούς θεσμούς, στους οποίους οι πολίτες ανεπηρέαστα θα προτείνουν και θα εκλέγουν τους αντιπροσώπους τους με το ίδιο σύστημα εκλογής των Δήμων και Περιφερειών.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ

Επειδή ο θεσμός του κόμματος προσπαθεί να αντικαταστήσει μέσω εκλεγμένων οργάνων, την άμεση παρουσία των πολιτών στα κέντρα λήψης αποφάσεων και ελέγχου, η δημοκρατική τους συγκρότηση και λειτουργία αποτελεί τον θεμέλιο λίθο του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Η πραγματικότητα απογοητεύει.

θεσμικά πρέπει να κατοχυρωθούν κανόνες, μερικούς τους οποίους αναφέρουμε

παρακάτω :

  1. Tα καταστατικά των κομμάτων πρέπει να καταστούν θεσμικά, ως δεσμευτικά έγγραφα λειτουργίας τους και κάθε καταστρατήγησή τους να αντιμετωπίζεται αυστηρά από το πολίτευμα, ως πολιτειακό ολίσθημα.
  2. Να αναβαθμιστεί ο ρόλος του «μέλους του κόμματος» και να αναδειχτεί η σοβαρότητά του, καθότι επιτελεί πολιτικό λειτούργημα, ίσης σημασίας με εκείνο οποιουδήποτε εκλεγμένου. Το πολίτευμα πρέπει να εγγυάται και να καθορίζει τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των μελών των κομμάτων.
  3. Δεν πρέπει να υπάρχουν μέσα στο κάθε κόμμα όργανα που δεν έχουν εκλεγεί με άμεσο τρόπο, τα οποία άλλωστε γιγαντώνουν τη κομματική γραφειοκρατία και την αυθαιρεσία των μηχανισμών. ΄Ετσι τα κόμματα θα αποκτήσουν πιο ευέλικτες δομές.
  4. Οι υποψήφιοι για όλα τα αξιώματα ψηφίζονται από τα μέλη και τους δηλωμένους φίλους του κόμματος, οι οποίοι μπορεί να είναι μέλη επάλληλων ή παράλληλων πολιτικών ρευμάτων ή ομάδων. Κάθε ένας από αυτούς που ψηφίζουν, μπορεί να προτείνει σε Περιφερειακό επίπεδο τρεις υποψήφιους. Μετά τον έλεγχο από το Πρωτοδικείο και αρμόδια του    κόμματος επιτροπή, συντάσσεται ο οριστικός πίνακας των υποψηφίων, οι οποίοι από κοινό πίνακα εκλέγονται.

Κάθε μέλος ψηφίζει τέσσερις υποψήφιους για κάθε αξίωμα, ενώ έχει δικαίωμα να  προτείνει τρεις, αλλά η τέταρτη είναι η αδέσμευτη ψήφος και ίσως η πλέον αντικειμενική.

  1. Οι υποψήφιοι επιβάλλεται : α) να μην έχουν δικαστεί ή εκκρεμούν δίκες για βαριά πλημμελήματα και κακουργηματικές πράξεις, β) έχουν 8ετή πραγματική επαγγελματική προϋπηρεσία, γ) καταθέτουν όλα τα τυχόν αφανή εμφανή περιουσιακά στοιχεία της οικογένειάς των και συγγενών Α΄ βαθμού, με βαριά ποινή και κατασχέσεις μη δηλωθέντος περιουσιακού στοιχείου, δ) δεν δικαιούνται να γίνονται Υπουργοί ή Κρατικοί Αξιωματούχοι, ε) δεν δικαιούνται να εκλέγονται  πέραν των οκτώ (8) ετών ή το μέγιστο σε τρεις εκλογές, ενώ μπορούν να εργάζονται σε επιτροπές του κόμματος, στ) εκλεγείς βουλευτής αποβάλλεται του αξιώματός του, εάν με δημοψήφισμα  αποφασιστεί από το λαό με διπλάσιους ψήφους από αυτούς που εκλέχτηκε, ζ) τη διάρκεια της βουλευτικής θητείας δεν μπορεί να δικαιούται δύο επαγγελματικές αποζημιώσεις ή συντάξεις (από το επάγγελμά του και τη βουλευτική του υπηρεσία) και οπωσδήποτε και μετά από αυτόν.

Οι παραπάνω κανόνες προτάθηκαν ενδεικτικά, αλλά ουσιαστικά, γιατί η κρίση των κομμάτων έχει γίνει αισθητά έντονη και εξ’ αιτίας της δημοκρατικής απαξίωσής τους και του παραγκωνισμού τους, έτσι  δημιουργείται μια έντονη τάση στους πολίτες να παρέμβουν σε ένα δημόσιο διάλογο ιδεών και διαχείρησης  και δεν αρκούνται στο δικαίωμα να λένε μόνο ένα «ναι ή όχι».

Ο δημοκρατικός μετασχηματισμός των δομών λειτουργίας των πολιτικών σχηματισμών μπορεί να πείσει άμεσα τους πολίτες, για την πραγματική αποκατάσταση της Δημοκρατίας, με αποτέλεσμα την ανόρθωση της κοινωνίας.

 

<<ΤΟ ΚΟΜΜΑΤΙΚΟ ΦΑΣΜΑ ΔΕΝ ΠΕΡΙΕΧΕΙ ΙΧΝΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ>>