Και όμως, εναλλακτική λύση υπάρχει. Η λύση αυτή εφαρμόζεται ήδη σε μερικά κράτη με επιτυχία εδώ και 40 χρόνια. Το υπάρχον Ελληνικό σύστημα βασίζεται στην αναδιανομή των εισφορών των ενεργών
εργαζομένων στους συνταξιούχους, δηλαδή αυτοί που εργάζονται σήμερα πληρώνουν για αυτούς που είναι σήμερα συνταξιούχοι.Στην εναλλακτική μας πρόταση, καταργούμε το σύστημα της αναδιανομής  και το αντικαθιστούμε με ένα σύστημα κεφαλαιοποίησης. Δηλαδή, ο κάθε εργαζόμενος αποταμιεύει χρήματα τα οποία θα χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά και μόνο για την προσωπική του σύνταξη. Αυτό
θα γίνεται με την εγγύηση του κράτους μέσω ασφαλιστικών εταιρειών, τραπεζών ή άλλων ιδρυμάτων. Το κράτος δεν θα έχει σε καμία περίπτωση την διαχείριση των εισφορών, μόνο θα εγγυάται τις καταθέσεις. Ας δούμε το παρακάτω παράδειγμα: Έστω ότι ένας εργαζόμενος πληρώνει κάθε μήνα 300 € συνταξιοδοτικές εισφορές (150 € ο ίδιος και 150 € ο εργοδότης). Η διάρκεια των εισφορών ορίζεται στα 35 χρόνια εργασίας, στο συγκεκριμένο εναλλακτικό πρόγραμμα δεν μας ενδιαφέρει πια σε τι
ηλικία ο εργαζόμενος θα συνταξιοδοτηθεί, αλλά μόνο ότι εισφέρει για 35 χρόνια. Μετά το πέρας των 35 ετών, θα έχει εισφέρει από την τσέπη του 63.000€ και ο εργοδότης άλλα τόσα. Εάν  αυτά τα χρήματα που κατατίθενται επιφέρουν ένα μέσο ανατοκιζόμενο επιτόκιο της τάξεως  του 3% (πολλά ταμεία στο εξωτερικό επιτυγχάνουν πολύ υψηλότερα επιτόκια) τότε θα διαθέτει ένα ποσό της τάξεως των 252.000 € στο τέλος της 35ετιας. Το ποσό των 252.000 € παραμένει δεσμευμένο για τον υπόλοιπο βίο και αυτό συνεχίζει να τοκίζεται, ο συνταξιούχος θα εισπράττει και τους τόκους. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνουμε μία σύνταξη ύψους 1.330 ευρώ τον πρώτο συντάξιμο μήνα και μειώνεται κάθε μήνα 1,5-2 ευρώ με αποτέλεσμα η σύνταξη του τελευταίου μήνα σε ηλικία 90 ετών να είναι 700 ευρώ. Ουσιαστικά, βλέπουμε ότι με μία επένδυση των 150 ευρώ το μήνα  από τον εργαζόμενο, θα λαμβάνει μία σεβαστή
σύνταξη. Εφόσον βέβαια κάποιος επιθυμεί να εργαστεί για μεγαλύτερη χρονική περίοδο, θα συνεχίσει
να καταβάλει τις εισφορές και αντίστοιχα θα αυξάνεται η σύνταξή του. Μπορεί επίσης να επιλέξει να αυξήσει τις εισφορές του για τον ίδιο σκοπό χωρίς όμως ο εργοδότης να είναι αναγκασμένος να εισφέρει και αυτός το επιπλέον ποσό. Τίθεται βέβαια το ζήτημα της κοινωνικής αλληλεγγύης, δηλαδή συντάξεις αναπήρων, χρόνια ανέργων, χηρείας κα. Στο παραπάνω παράδειγμα οι εισφορές κατατίθενται από τον εργαζόμενο και τον εργοδότη για 35 χρόνια και η εκταμίευση της σύνταξης είναι επίσης υπολογισμένη για 30 ακόμη χρόνια. Δηλαδή, εάν κάποιος αρχίσει να εισφέρει εργαζόμενος από τα 25 του χρόνια, τότε θα βγει στην σύνταξη στα 60 με το προαναφερόμενο ποσό που θα εισπράττει μέχρι τα 90 του χρόνια. Όμως, επειδή το σύνηθες προσδόκιμο ζωής είναι μικρότερο εάν υποθέσουμε ότι κάποιος απεβίωσε στα 80, ουσιαστικά θα παραμένει ανείσπρακτη μία σύνταξη 10 ετών η οποία δε θα χρησιμοποιηθεί από τον δικαιούχο και τους κληρονόμους του αλλά θα διοχετευθεί σε ένα κρατικό κοινωνικό λογαριασμό για την κοινωνική πολιτική όπως χηρείας, αναπηρίας, ανεργίας, κλπ. Ο κοινωνικός λογαριασμός του Κράτους, εάν είναι ελλειμματικός τότε έρχεται το Κράτος να καλύψει το έλλειμμα. Τέλος, παραμένει το θέμα των παρόντων συνταξιούχων. Όπως είπαμε και παραπάνω, οι σημερινοί συνταξιούχοι χρηματοδοτούνται με τις εισφορές των σημερινών εργαζομένων. Γι’ αυτό το λόγο, στη μεταβατική περίοδο από την στιγμή που οι νεώτεροι και μελλοντικοί εργαζόμενοι εισφέρουν μόνο για την δική τους σύνταξη, θα δημιουργηθεί ένα σύστημα στο οποίο οι εισφορές δεν χρησιμοποιούνται εξ’ ολοκλήρου για την αποταμίευση αλλά μόνο ένα ποσοστό τους, της τάξεως 50% αρχικά και αυξανόμενο κατά 2,5% ανά έτος έτσι ώστε σε βάθος 20ετίας να εφαρμοστεί πλήρως το παραπάνω σύστημα. Όμως, η χρηματοδότηση αυτή δεν είναι επαρκής και θα χρειαστεί να χρησιμοποιηθούν τα υπάρχοντα αποθεματικά και να αξιοποιηθεί η περιουσία των ασφαλιστικών ταμείων στο έπακρο. Με αυτόν τον τρόπο, πρώτον όλοι θα γνωρίζουν και θα μπορούν να υπολογίσουν εξ’ αρχής τη σύνταξή τους, δεύτερον θα μπορούν να ορίζουν το ύψος αυτής και τρίτον δεν θα υπάρχει πια εισφοροδιαφυγή (παράνομη εργασία) καθώς όσα χρήματα εκταμιεύει ο κάθε εργαζόμενος θα γυρνούν αποκλειστικά στον ίδιο και σε κανέναν άλλο. Εν κατακλείδι, προτείνουμε ένα σύστημα, απλό και αποτελεσματικό προς όφελος όλων, στο οποίο το κράτος έχει ελάχιστη και αποτελεσματική διαχειριστική εμπλοκή.